Οι μέρες συρρικνώνονται,
οι σκιές επιμηκύνονται
δίχως να ζητούν άδεια.
Ο αέρας φέρει ψήγματα αλλαγής,
λεπτά ίχνη που εγγράφονται
στο δέρμα της ύπαρξης.
Οι εποχές αποσύρονται σιγά,
διαλύονται σε στρώματα,
παραχωρώντας το έδαφος σε κάτι αβέβαιο,
σε μια μετατόπιση που μοιάζει με αναπνοή γης.
Κάθε φθορά ανοίγει ένα κενό,
κάθε κενό προσκαλεί το άγνωστο.
Το άγνωστο μετατρέπεται σε έδαφος
όπου φυτρώνουν νέες λέξεις.
Τι είναι αυτό που επιστρέφει
κάθε φορά που η φύση ξεγυμνώνεται;
Τι κρύβεται στο άδειο περίβλημα
που αφήνουν πίσω τους οι εποχές;
Εκεί, στο μεσοδιάστημα,
εκεί όπου τίποτα έχει ακόμη στερεωθεί,
αναδύεται μια λέξη χωρίς δεσμά,
χωρίς ιδιοκτήτες,
χωρίς περίγραμμα.
Ελευθερία.
Τζωρτζίνα Τσισμαλίδου
