τα μάτια της καθρέφτες που λυγίζουν το χρόνο,
μέσα τους ασημένια φαντάσματα χορεύουν,
σαν καπνός που δεν σβήνει.
Γραμμές που κυλούν στο δέρμα της,
σαν μυστικά γραμμένα σε πάπυρο,
ανείπωτα, αιώνια, φευγαλέα.
Μια γεύση από θάνατο,
μια υπόσχεση ζωής που δεν ξεθωριάζει.
Ξεδιπλώνεται σε δωμάτια σιωπηλά,
η σάρκα της μαρμάρινη, το βλέμμα της ακίνητο·
ένα κέντημα που κραυγάζει το άχρονο.
Εκεί, στον τοίχο, στέκει
ένας πίνακας που ποτέ δε θα γεράσει.
Τζωρτζίνα Τσισμαλίδου